Η ικανότητα να ελέγχουμε την κίνηση του χεριού μας με τα μάτια μας ονομάζεται οπτικο-κινητικός συντονισμός και είναι απαραίτητη για να συντονίζουμε τις κινήσεις μας ανταποκρινόμενοι σε ότι βλέπουμε.
Γνωστός και ως Οπτικο-Κινητική Ολοκλήρωση, ο συντονισμός χεριού-ματιού είναι η ικανότητα ελέγχου της κίνησης του χεριού όπως αυτή προκύπτει μετά από ένα οπτικό ερέθισμα. Το παιδί που συναντάει προκλήσεις στην πραγμάτωση μιας τέτοιας ενέργειας, αδυνατεί να συντονίσει τις κινήσεις του σώματός του σαν ανταπόκριση σε αυτό που βλέπει.
Το εύρος των ικανοτήτων που επηρεάζει αυτή η δεξιότητα είναι τεράστιο. Ο συντονισμός χεριού-ματιού επηρεάζει την ικανότητά μας να ζωγραφίζουμε, να σχεδιάζουμε βασικές «πινελιές» και εικόνες, να βρίσκουμε το δρόμο μας μέσα από ένα λαβύρινθο (παιχνίδι) ή να ενώνουμε κουκίδες. Επηρεάζει τη γραφή, το κράτημα της μπάλας, το χτύπημα της μπάλας με ρόπαλο, τη καλλιτεχνική δημιουργία, τη σύνθεση ενός παζλ, πώς να δένουμε τα κορδόνια μας, να περνάμε κλωστή σε βελόνα και να χρησιμοποιούμε ψαλίδι.
Συχνά, τα οπτικο-κινητικά προβλήματα που επηρεάζονται από τον συντονισμό ματιού και χεριού δεν εντοπίζονται στα παιδιά μέχρι τη φοίτησή τους στο δημοτικό. Οι αδυναμίες στη γραφή, στη σχεδίαση απλών εικόνων και στη μεταχείριση εργαλείων μέσα στο περιβάλλον της τάξης, ίσως να αποτελούν και την πρώτη ένδειξη για την παρουσία κάποιου προβλήματος. Ακόμη και αν εντοπιστεί κάποια οπτικο-κινητική αδυναμία μέσω εξέτασης, αυτό δεν σημαίνει πως απαραίτητα θα υπάρξει και έλλειμμα στην οπτική ικανότητα του παιδιού. Με άλλα λόγια, η οπτική οξύτητα και η οπτική αντίληψη θα είναι ακέραιες. Μπορεί και η δύναμη, ο συντονισμός και το εύρος της κίνησης να επαρκούν. Τα ελλείμματα στον οπτικο-κινητικό συντονισμό παρατηρούνται στο μηχανισμό που καθιστά ικανή τη συνεργασία των οπτικών και των κινητικών συστημάτων, δηλαδή στην επικοινωνία μεταξύ τους.
Οι οπτικο-κινητικές δεξιότητες μπορούν να ενισχυθούν μέσω εξάσκησης στα πλαίσια των δραστηριοτήτων αλλά και μέσα από την αποδόμηση των δραστηριοτήτων στα επιμέρους στάδιά τους ή σε κομμάτια που θα «χτίσουν» μέρος μιας μελλοντικής «κατασκευής». Τα απαραίτητα για την κατάκτηση της δεξιότητας στάδια διδάσκονται μέχρι να θεωρηθούν κτήμα του παιδιού και να προστεθούν σε ένα σύνολο δεξιοτήτων. Επίσης, υπάρχουν στρατηγικές των οποίων η εκμάθηση δύναται να αντισταθμίσει το έλλειμμα στις δεξιότητες του παιδιού. Κοινό παράδειγμα μιας τέτοιας στρατηγικής είναι η χρήση υπολογιστή και η λιγότερη χειρόγραφη εργασία.