Μυκητιασική Αιδοιοκολπίτιδα: Υπολογίζεται ότι περίπου το 75% των γυναικών θα έχουν τουλάχιστον ένα επεισόδιο αυτής της μορφής κολπίτιδας και 40%-45% δύο ή περισσότερα κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Προκαλείται κυρίως από την Candida Albicans. Χαρακτηρίζεται από κολπικό ερεθισμό, έντονο κνησμό και κολπική έκκριση. Εκτός από κνησμό, υπάρχει και πόνος μέσα και γύρω από την είσοδο του κόλπου, καθώς και παχύρρευστες υπόλευκες εκκρίσεις που θυμίζουν κομμένο γιαούρτι αλλά δεν έχουν δυσάρεστη οσμή. Είναι νόσος κυρίως της αναπαραγωγικής ηλικίας (όταν τα επίπεδα των οιστρογόνων άρα και η έκκριση γλυκογόνου είναι υψηλή), με έξαρση τους θερινούς μήνες. Προδιάθεση για να αναπτυχθεί είναι η λήψη αντιβιοτικών, η εγκυμοσύνη, ο σακχαρώδης διαβήτης, τα αντισυλληπτικά, η παρατεταμένη χρήση κορτιζόνης, η πτώση της άμυνας του οργανισμού, το κάπνισμα, ο υποθυρεοειδισμός και η σιδηροπενική αναιμία. Η μυκητιασική κολπίτιδα μπορεί να μεταδοθεί σεξουαλικά ή μέσω της στοματογεννητικής επαφής, δεν θεωρείται όμως σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα, γιατί οι μύκητες βρίσκονται υπο φυσιολογικές συνθήκες στο περιβάλλον του κόλπου και γιατί βρίσκονται και σε γυναίκες που δεν είναι σεξουαλικά ενεργές.
Η θεραπεία γίνεται με τη λήψη σκευασμάτων κυρίως από την κολπική οδό ενώ απαραίτητη είναι και η θεραπεία του συντρόφου.
Κολπίτιδα από Χλαμύδια: Πρόκειται για σεξουαλικά μεταδιδόμενη μορφή κολπίτιδας. Τα χλαμύδια είναι μια ξεχωριστή ομάδα μικροοργανισμών με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Οι περισσότερες γυναίκες δεν εμφανίζουν συμπτώματα, πράγμα που δυσχεραίνει πολύ τη διάγνωση. Συνήθως, παρουσιάζουν ελαφρά ροή αίματος ειδικά μετά τη σεξουαλική επαφή και μπορεί να έχουν πόνο χαμηλά στην κοιλιά ή στη μέση. Προσβάλουν τον τράχηλο της μήτρας, της σάλπιγγας, το ουροποιητικό σύστημα και την πύελο.
Ακόμα, προσβάλλονται τα μάτια, ο φάρυγγας και ο πρωκτός. Εάν η μόλυνση δεν αντιμετωπιστεί θεραπευτικά, μπορεί να προκαλέσει πολλές επιπλοκές, κυριότερη των οποίων είναι η στειρότητα.